Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ελλάντα < προφορά του Ellada, μεταγραφής του Ελλάδα στο λατινικό αλφάβητο

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ελλάντα ουδέτερο άκλιτο

  1. (προφορικό, συχνά από μη ελληνόγλωσσους) ξενική προφορά του Ελλάδα
    ※  ο Γκμοχ έμεινε τόσα χρόνια … στο Ελλάντα, όπως χαρακτηριστικά είναι και ο τίτλος του βιβλίου του [= Έξι χρόνια στο Ελλάντα (1985)], ώστε να αφήσει διάφορες ιστορίες να μεταφέρονται από χρόνο σε χρόνο.
    Παναγιώτης Παλλαντζάς, «Γιάτσεκ Γκμοχ: Η ιστορία του Πολωνού που αγάπησε … το Ελλάντα», Newsbeast,gr (13 Ιουνίου 2020)· πρόσβαση: 2020-08-03.
  2. (σκωπτικό, μειωτικό) αναφορά στο ελληνικό κράτος ή στην ελληνική κοινωνία ως τριτοκοσμικών οντοτήτων, που δεν διέπονται από την ευρυθμία που χαρακτηρίζει τις ανεπτυγμένες χώρες
    ※  Μόνο στο Ελλάντα αυτά: Η Δόξα Δράμας παρακαλώ ανακοίνωσε την συμφωνία με Κύπριους, χωρίς να λέει ποιοι είναι !!! Φοβερό, απίστευτο, ελληνικό … ποδοσφαιρικό και αυτό!
    Από άρθρο στον αθλητικό ιστότοπο Sport sto noto (1 Αυγούστου 2020)· πρόσβαση: 2020-08-03.
     συνώνυμα: Ελλαδιστάν