Εισαγγελέας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Εισαγγελέας < + -έας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕισαγγελέας αρσενικό (θηλυκό Εισαγγελέα)
Εισαγγελέας αρσενικό (θηλυκό Εισαγγελέα)