Βουλγαρικά (bg) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

сок < πρωτοσλαβική sokъ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

сок (bg) αρσενικό

  1. ο χυμός



Ρωσικά (ru) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

сок < πρωτοσλαβική sokъ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

сок (ru) αρσενικό

  1. ο χυμός



Σερβικά (sr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

сок < πρωτοσλαβική sokъ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

сок (sr) (λατινική γραφή: sok) αρσενικό

  1. ο χυμός

Συνώνυμα επεξεργασία