κόβω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Myrmecium (συζήτηση | συνεισφορές)
→‎{{ετυμολογία}}: Απ΄ ό,τι φαίνεται κάποιος έγραψε ασυναρτησίες στην ετυμολογία
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 33:
 
===={{εκφράσεις}}====
* '''σε βλέπω λίγο κομμένο''': για κάποιον που φαίνεται άρρωστος, αδιάθετος
* '''κόβει το [[μυαλό]] του''', '''του κόβει''': για κάποιον [[έξυπνος|έξυπνο]], [[εύστροφος|εύστροφο]] (που έχει [[κοφτερός|κοφτερό]] [[μυαλό]])
* '''κόβει το [[μάτι]] του''': για κάποιον που είναι [[παρατηρητικός]] ή/και [[διορατικός]]
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/κόβω"