θλίβω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των μεταφράσεων (παραμέτρων του προτύπου τ)
ετυμ,grc
Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < θλῶ (: σπάω, συντρίβω) + φλίβω (: σπάω, πιέζω) {{αρχ|}}
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
*# προκαλώ [[θλίψη]], [[λύπη]], [[στεναχώρια]]
: ''με '''θλίβει''' η συμπεριφορά σου απέναντί μου''
*# ασκώ δύναμη σε ένα αντικείμενο, το πιέζω ώστε να μειωθεί ο όγκος του
: '''''έθλιψε''' δυνατά το μπόγο με τα ρούχα''
===={{συγγενικά}}====
Γραμμή 72:
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-τέλος}}
 
 
----
 
=={{-grc-}}==
 
==={{ετυμολογία}}===
'''{{PAGENAME}}''' < [[θλῶ]] (σπάω, συντρίβω) + [[φλίβω]] (σπάω, πιέζω)
 
==={{ρήμα|grc}}===
'''{{PAGENAME}}'''
# [[θλίβω]] πιέζοντας
 
{{κλείδα ταξινόμησης|θλιβω}}
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/θλίβω"