πλάγιος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
 
{{προσχέδιο}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογίααρχ}} πλάγιος < πλάγος ([[πλαγιά]])
 
==={{επίθετο|el}}===
:'''{{PAGENAME}}, -α, -ο''' , το θηλυκό και '''πλαγία'''
# ο μη [[ευθύς]], αυτός που έχει [[κλίση]] προς έναν νοητό ή πραγματικό κάθετο [[άξονας|άξονα]] ή πάντως σε σύγκριση με ένα άλλο επίπεδο ή ευθεία αναφοράς, ο [[κεκλιμένος]], ο [[στραβός]], ο [[λοξός]]
# {{λείπει ο ορισμός}}
#:(μαθηματικά) '''πλάγια''' ευθεία προς επίπεδο, ονομάζεται κάθε ευθεία που το τέμνει χωρίς να είναι [[κάθετος|κάθετη]] προς αυτό
#: '''''πλάγια''' πτώση''
#:(τυπογραφ.) τα '''πλάγια''' στοιχεία είναι τα κεκλιμένα, τα [[πλαγιαστά]]
#:: ''χρησιμοποίησε '''πλάγια''' μέσα''
#:η '''''πλάγια''' πτώση''γραφή
#(συντακτικό) η μη άμεση έκφραση, ο [[λόγος]] (πρόταση, ερώτηση) που δεν εκφέρεται στο πρώτο πρόσωπο αλλά [[μεταφέρομαι|μεταφέρεται]] από άλλον
#:'''πλάγιος''' λόγος (Ο Κώστας είπε να μην έρθεις), '''πλάγια''' ερώτηση (Ο Κώστας ρώτησε αν πρέπει να έρθεις ή όχι)
#(γραμ) οι πτώσεις της [[γενική]]ς, [[δοτική]]ς και [[αιτιατική]]ς, σε αντιδιαστολή προς την κυρίως [[ορθός|ορθή]] πτώση της ονομαστικής, επειδή σε αυτές το [[υποκείμενο]] δεν συνδέεται άμεσα με το [[ρήμα]] αλλά έμμεσα και πλαγίως, υποδηλώνοντας κάποια σχέση (του γένους, της αιτίας κ.λπ.)
#ο [[πλευρικός]]
#:κάντε '''πλάγιο''' βηματισμό (δηλ. προς τα αριστερά ή δεξιά)
#(μουσική) υποδιαίρεση ήχων της βυζαντινής μουσικής
#:σε ήχο πρώτο '''πλάγιο''', σε '''πλαγία''' πτώση
#αυτός που προέρχεται από το [[πλάι]], από αριστερά ή δεξιά
#:'''πλάγιος''' άνεμος (ο αέρας στη [[μπάντα]] του πλοίου)
#το έμμεσο, [[διακριτικός|διακριτικό]] ή το [[υπαινικτικός|υπαινικτικό]] και λιγότερο επιθετικό κάτω από τις περιστάσεις
#:Μην τον προσβάλεις, πες του το με '''πλάγιο''' τρόπο
#:Του έριξε βουβά ένα '''πλάγιο''' βλέμμα που έλεγε πολλά
#το [[ανήθικος|ανήθικο]], το [[ύπουλος|ύπουλο]], το [[παράνομος|παράνομο]] ή παράτυπο, αυτό που παρακάμπτει την ευθεία και συνήθη οδό
#:Μπορείς να τον καταφέρεις και με '''πλάγιο''' τρόπο
#:[[μετέρχομαι|Μετήλθε]] '''πλάγια''' μέσα για να προσληφθεί
#:Πήρε προαγωγή δια της '''πλαγίας''' οδού
#τρόπος [[συγγένεια]]ς
#:οι '''πλάγιοι'' συγγενείς είναι οι εξ [[αγχιστεία]]ς, οι μη εξ [[αίμα]]τος
 
 
 
===={{σημειώσεις}}====
για το '''πλάγια''' ως ουσιαστικο και επίρρημα βλέπετε [[πλάγια]]
 
===={{συγγενικά}}====
*[[πλαγιά]]
*[[πλαγιάζω]]
*[[πλάγιασμα]]
*[[πλάι]]
*[[πλαϊνός]]
 
===={{σύνθετα}}====
*[[πλαγιομετωπικός]]
*[[πλαγιοκαλπασμός]]
*[[πλαγιοδέτηση]]
*[[πλαγιοσπορά]]
*[[πλαγιοφύλαξη]]
*[[πλαγιοδρομώ]]
 
{{προσχέδιο}}
 
 
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXXsideways}} -->
* {{en}} : {{τ|en|oblique}}
* {{en}} : {{τ|en|slanting}}
* {{en}} : {{τ|en|indirect}}
* {{en}} : {{τ|en|devious}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
* {{fr}} : {{τ|fr|italiqueoblique}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/πλάγιος"