Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{=el=}}
{{el-κλίσ-'κύμα'|γάλ|γαλ}}
{{-ετυμ-}}
: Aρχαία λέξη που χρησιμοποιείται συνεχώς από τον Όμηρο μέχρι σήμερα
 
{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}, ''γενική:'' '''γάλακτος''' και '''γάλατος'''
{{el-κλίσ-'κύμα'|γάλ|γαλ}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
* θρεπτικό υγρό με υπόλευκο χρώμα και ελαφρώς γλυκιά γεύση, που εκκρίνεται από τους μαστούς των [[θηλυκό|θηλυκών]] [[θηλαστικό|θηλαστικών]] μετά από την [[εγκυμοσύνη]] και με το οποίο [[τρέφομαι|τρέφονται]] τα μικρά τους
: ''αγελαδινό '''γάλα'''''
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/γάλα"