Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Εβανγκιέλι < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Εβανγκιέλι αρσενικό ή θηλυκό