Δελανδρέας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δελανδρέας < + -έας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔελανδρέας αρσενικό (θηλυκό Δελανδρέα)
Δελανδρέας αρσενικό (θηλυκό Δελανδρέα)