Ετυμολογία

επεξεργασία
Γουρζή < γενική ενικού του αρσενικού Γουρζής

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Γουρζή θηλυκό, άκλιτο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταγραφές

επεξεργασία