Ετυμολογία

επεξεργασία
ΓΕΝ <  : Γενικό Επιτελείο Ναυτικού

  Συντομομορφή

επεξεργασία

Γ.Ε.Ν. ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο

  • η ανώτατη ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού