Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΓΔΔΛ < Γενική Διεύθυνση Δημοσίου Λογιστικού

  Συντομομορφή επεξεργασία

Γ.Δ.Δ.Λ. θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο

  • παλαιότερη ονομασία (πριν το 1960) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους