Βικέντιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βικέντιος < ισπανικά Vicente < λατινικά Vincentius < από την μετοχή του ρήματος vincere, vincens (νικάω)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒικέντιος αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Βικέντιος
|