Αχχιλέως
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Αχχιλέως < γενική ενικού του αρσενικού Αχχιλεύς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑχχιλέως θηλυκό (αρσενικό Αχχιλεύς)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Κύπρος, Πίνακες Διοριστέων Ιούνιος 2023, ανακτήθηκε 18/11/2023 [1]