Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ανσέλμο < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ανσέλμο αρσενικό ή θηλυκό