Αγγλογάλλου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Αγγλογάλλου < γενική ενικού του αρσενικού Αγγλογάλλος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑγγλογάλλου θηλυκό (αρσενικό Αγγλογάλλος)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Κύπρος, Πίνακες Διοριστέων Ιούνιος 2023, ανακτήθηκε 18/11/2023 [1]