Ετυμολογία

επεξεργασία
Αβάζου < γενική ενικού του αρσενικού Αβάζος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αβάζου θηλυκό (αρσενικό Αβάζος)

Μεταγραφές

επεξεργασία