Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΑΕΛ < Αθλητική Ενωση Λάρισας.
  • ΑΕΛ < Αθλητική Ενωση Λεμεσού 1930.

  Προφορά επεξεργασία

  • /α.έλ/

  Συντομομορφή επεξεργασία

Α.Ε.Λ. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο