χαρισάμενος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαρισάμενος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή χαρισάμενος < αρχαία ελληνική, μετοχή μέσου αορίστου του ρήματος χαρίζομαι (χάρισα ως δώρο). Η αλλαγή σε σημασία «ευτυχής», από παρανόηση του χαρισάμενος στον ύμνο «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.» (χαρίζοντας / δίνοντας ζωή)[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /xa.ɾiˈsa.me.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐ρι‐σά‐με‐νος
Μετοχή επεξεργασία
χαρισάμενος, -η, -ο (λόγια μετοχή μέσου αορίστου ως επίθετο)
- γεμάτος χαρά, ευτυχής (κυρίως στη στερεότυπη φράση «ζωή χαρισάμενη»)
- Μα τι κάνουνε τα τάλαρα, ανάθεμά τα κι όπου τα ανάδειξε!» «Το λες γιατί δεν έχεις» τού 'πε πονηρά ο μπάρμπας σουφρώνοντας το μέτωπο. «Πάρε, μωρέ, αυτήνε που σου λέω εγώ, και βλέπεις α δεν τα βλοήσεις. Ζωή χαρισάμενη, μωρέ. Τάλαρα, μου λες; Αυτά είναι οι θεοί σε τούτην τη γης! Φάε αγάπη, μωρέ!» Κ' έκαμε με το χέρι του το βιολί απάνου στην κοιλιά του.
Εκφράσεις επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ χαρισάμενος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Μετοχή επεξεργασία
χαρισάμενος, -η, -ον
- μετοχή μέσου αορίστου (ἐχαρισάμην) του ρήματος χαρίζω: χάρισα ως δώρο
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Συμπόσιον, 185a με σχόλια, επιμελητής: Immanuel Bekker
- εἰ γάρ τις ἐραστῇ ὡς πλουσίῳ πλούτου ἕνεκα χαρισάμενος ἐξαπατηθείη καὶ μὴ λάβοι χρήματα, ἀναφανέντος τοῦ ἐραστοῦ πένητος, οὐδὲν ἧττον αἰσχρόν·
- Αν δηλαδή κανείς χαρισθή εις τον εραστήν του με την ιδέαν πως είναι πλούσιος χάριν του πλούτου, και ύστερα εξαπατηθή και δεν λάβη χρήματα, επειδή απεκαλύφθη πτωχός ο εραστής, το πράγμα δεν είναι ολιγώτερον επονείδιστον2 (2 το χαρίζεσθαι)
- Μετάφραση: Ιωάννης Συκουτρής. Πλάτωνος Συμπόσιον, Αθήνα: Ιωάννης Δ. Κολάρος, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», έκδ.24η, σελ.58. έκδ.1η:1934. [μεταγράφουμε σε μονοτονικό μετάφραση & υποσημείωση]
- Λόγου χάρη αν ένας παραδοθή σ' εραστή για χρήματα πιστεύοντάς τον για πολύ πλούσιο, και γελασθή και δεν πάρη χρήματα, γιατί ο εραστής αποδείχθηκε φτωχός, δεν είναι λιγώτερο αισχρόν από ό,τι αν έπαιρνε
- Μετάφραση: Βασίλειος Δεδούσης@lib.auth. Πλάτων. συμπόσιο-κριτίας. Αθήνα: Ι. Ζαχαρόπουλος, χ.χ. [1939], σελ.119. [μεταγράφουμε σε μονοτονικό]
- Αν δηλαδή κανείς χαρισθή εις τον εραστήν του με την ιδέαν πως είναι πλούσιος χάριν του πλούτου, και ύστερα εξαπατηθή και δεν λάβη χρήματα, επειδή απεκαλύφθη πτωχός ο εραστής, το πράγμα δεν είναι ολιγώτερον επονείδιστον2 (2 το χαρίζεσθαι)
- εἰ γάρ τις ἐραστῇ ὡς πλουσίῳ πλούτου ἕνεκα χαρισάμενος ἐξαπατηθείη καὶ μὴ λάβοι χρήματα, ἀναφανέντος τοῦ ἐραστοῦ πένητος, οὐδὲν ἧττον αἰσχρόν·
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Συμπόσιον, 185a με σχόλια, επιμελητής: Immanuel Bekker