σαγκουίνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σαγκουίνι | τα | σαγκουίνια |
γενική | του | σαγκουινιού | των | σαγκουινιών |
αιτιατική | το | σαγκουίνι | τα | σαγκουίνια |
κλητική | σαγκουίνι | σαγκουίνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- σαγκουίνι < (άμεσο δάνειο) ιταλική sanguigni, πληθυντικός αριθμός του sanguigno (που έχει το χρώμα του αίματος) < sangue < λατινική sanguis < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₁sh₂-én- < *h₁ésh₂r̥ (αίμα)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /saŋˈɡuˈi.ni/
Ουσιαστικό επεξεργασία
σαγκουίνι ουδέτερο
- (φρούτο) ποικιλία πορτοκαλιού (Citrus sinensis) με βαθυκόκκινη σάρκα και χυμό
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- σαγκουίνι στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
σαγκουίνι