Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πεπόνι τα πεπόνια
      γενική του πεπονιού των πεπονιών
    αιτιατική το πεπόνι τα πεπόνια
     κλητική πεπόνι πεπόνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Ένα κομμένο πεπόνι

  Ετυμολογία επεξεργασία

πεπόνι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική πεπόνι < ελληνιστική κοινή πεπόνιον < αρχαία ελληνική (σίκυος) πέπων < πέπτω < πέσσω < πρωτοελληνική *péťťō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pekʷ- (μαγειρεύω, ψήνω)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /peˈpo.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πε‐πό‐νι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πεπόνι ουδέτερο

Συνώνυμα επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία

Παροιμίες επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία