Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ισοβαρής καμπύλη οι ισοβαρείς καμπύλες
      γενική της ισοβαρούς καμπύλης των ισοβαρών καμπυλών
    αιτιατική την ισοβαρή καμπύλη τις ισοβαρείς καμπύλες
     κλητική ισοβαρής καμπύλη ισοβαρείς καμπύλες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ισοβαρής καμπύλη < → δείτε τις λέξεις ισοβαρής και καμπύλη

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.so.vaˈɾis kamˈbi.li/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

ισοβαρής καμπύλη θηλυκό

  1. (μετεωρολογία) καμπύλη γραμμή που σχεδιάζεται σε χάρτη ή γράφημα που συνδέει θέσεις ίσης ή σταθερής ατμοσφαιρικής πίεσης[1]
     συνώνυμα: ισοβαρής γραμμή [2]
    → δείτε και τη λέξη ισαλλοβαρής [3]
  2. (φυσική) καμπύλη διαγράμματος που ενώνει σημεία με την ίδια πίεση [4]

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Ισοβαρείς καμπύλες, στον Θησαυρό Μετεωρολογικών Όρων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
  2. ισοβαρής - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  3. ισοβαρήςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  4. ισοβαρής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας