Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το διάγραμμα τα διαγράμματα
      γενική του διαγράμματος των διαγραμμάτων
    αιτιατική το διάγραμμα τα διαγράμματα
     κλητική διάγραμμα διαγράμματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

διάγραμμα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

διάγραμμα ουδέτερο

  1. γραφική απεικόνιση συσχέτισης μεγεθών (συχνά στην πορεία του χρόνου ή που αφορά χωροταξική ανάπτυξη)
  2. γραφική απεικόνιση μηχανισμού ή ιδέας

Συγγενικά επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία