διαδριατικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- διαδριατικός < δια- + αδριατικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική Trans Adriatic)
Επίθετο επεξεργασία
διαδριατικός, -ή, -ό
- που περνάει την Αδριατική
- Διαδριατικός Αγωγός Φυσικού Αερίου
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Αδριατική
Μεταφράσεις επεξεργασία
διαδριατικός