δημοκρατικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δημοκρατικός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική δημοκρατικός
Επίθετο επεξεργασία
δημοκρατικός
- αυτός που χαρακτηρίζει τη δημοκρατία
Συγγενικά επεξεργασία
Αντώνυμα επεξεργασία
- αντιδημοκρατικός
- απολυταρχικός
- αριστοκρατικός
- αυταρχικός
- μοναρχικός
- ολιγαρχικός
- τυραννικός
- φασιστικός
Μεταφράσεις επεξεργασία
δημοκρατικός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- δημοκρατικός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- δημοκρατικός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.