Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αναγέλασμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αναγέλασμα
τα
αναγελάσμα
τ
α
γενική
του
αναγελάσμα
τ
ος
των
αναγελασμά
τ
ων
αιτιατική
το
αναγέλασμα
τα
αναγελάσμα
τ
α
κλητική
αναγέλασμα
αναγελάσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αναγέλασμα
<
αναγελώ
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αναγέλασμα
ουδέτερο
ο
εμπαιγμός
≈
συνώνυμα
:
κοροϊδία
,
περιγέλασμα
,
περίπαιγμα
,
χλευασμός
που αξίζει να τον
εμπαίζουν
και να τον
περιγελούν
≈
συνώνυμα
:
ανάγελο
,
περίγελο
,
περίγελος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εμπαιγμός
αγγλικά
:
ridicule
(en)
,
mockery
(en)
ο άξιος εμπαιγμού
αγγλικά
:
laughingstock
(en)