Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ουισκόνσιν < (άμεσο δάνειο) αγγλική Wisconsin

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ουισκόνσιν ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία