Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μαλαχίας < αρχαία ελληνική Μαλαχίας < λατινική Malachias < εβραϊκή מלאכי (Malakhi)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μαλαχίας αρσενικό

  1. ένας από τους δώδεκα μικρούς προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης
  2. ένα από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία