• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

uovu

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Σικελικά (scn)

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

uovu (scn)

  • (τρόφιμο) αβγό
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=uovu&oldid=4893081"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Νοεμβρίου 2020, στις 15:38

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • English
    • Italiano
    • 한국어
    • Malagasy
    • Polski
    • Armãneashti
    • Русский
    • Sicilianu
    • Kiswahili
    • Türkçe
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Νοεμβρίου 2020, στις 15:38.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας