translucent
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαtranslucent (en)
- ημιδιαφανής, φωτοδιαπερατός, που επιτρέπει στο φως να περνάει αλλά δεν διακρίνονται λεπτομέρειες μέσω αυτού
- (πχ. ριζόχαρτο• τζάμι πόρτας τουαλέτας απλά για να βλέπουμε φως και κινούμενη φιγούρα)