sublet (en)

  1. υπενοικιάζω κάτι σε κάποιον
  2. υπενοικιάζω κάτι από κάποιον

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

sublet (en)

  • περιουσιακό στοιχείο που υπενοικιάζεται