strings attached
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΆλλες μορφές
επεξεργασία- (to) have strings attached, has strings attached
- (to) come with strings attached
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαstrings attached (en)
- με απαιτήσεις
- με περιορισμούς
strings attached (en)