stolica
Πολωνικά (pl)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- stolica < (παλαιά πολωνική γλώσσα) stolec (θρόνος)
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
stolica (pl)
Σερβικά (sr)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
stolica (sr)
- λατινική γραφή του столица