Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

salience < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /XXX/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

salience (en)

1. υπεροχή

2. ανάδειξη, προβολή

3. εξέχον χαρακτηριστικό