Ετυμολογία

επεξεργασία
riveli < rivel- + -i
ρήμα riveli
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας rivelas rivelanta rivelata
αόριστος rivelis rivelinta rivelita
μέλλοντας rivelos rivelonta rivelota
υποθετική rivelus - -
προστακτική rivelu - -

riveli (eo)