Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

reflektiĝi < reflekt(i) + iĝi

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα reflektiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας reflektiĝas reflektiĝanta reflektiĝata
αόριστος reflektiĝis reflektiĝinta reflektiĝita
μέλλοντας reflektiĝos reflektiĝonta reflektiĝota
υποθετική reflektiĝus - -
προστακτική reflektiĝu - -

reflektiĝi (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

reflektigxi, reflektighi, reflektig'i