Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
plenkresk-
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Εσπεράντο (eo)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρίζα
1.2.1
Παράγωγα
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
plenkresk-
<
plen
+
kresk-
Ρίζα
επεξεργασία
plenkresk-
(eo)
ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια:
εφηβεία
Παράγωγα
επεξεργασία
plenkreskiĝulo
-
plenkreskiĝulino
plenkreska