Ετυμολογία

επεξεργασία
paharnic < pahar (ποτήρι)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

paharnic (ro)

  • μεσαιωνικός τίτλος για τον αξιωματούχο που ήταν υπεύθυνος για τα αποθέματα κρασιού των Ρουμάνων και Μολδαβών ηγεμόνων

Δείτε επίσης

επεξεργασία