Επίθετο

επεξεργασία

omnisports (fr) αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

  1. όπου μπορεί κανείς να ασχοληθεί με διάφορα αθλήματα
    salle omnisports - αίθουσα πολλών αθλημάτων