Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

odor- < αγγλική odour, γαλλική odeur

  Ρίζα επεξεργασία

odor- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: οσμή

Παράγωγα επεξεργασία