named parameter
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
named parameter (en)
- (προγραμματισμός) βλ. συνώνυμο keyword argument
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- named parameter στην αγγλική Βικιπαίδεια