Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

masaĝi < masaĝ- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα masaĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας masaĝas masaĝanta masaĝata
αόριστος masaĝis masaĝinta masaĝita
μέλλοντας masaĝos masaĝonta masaĝota
υποθετική masaĝus - -
προστακτική masaĝu - -

masaĝi (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

masagxi, masaghi, masag'i