Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
mandolato
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Βενετικά (vec)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Δείτε επίσης
1.2
Απόγονοι
Βενετικά
(vec)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
mandolato
(vec)
(
γλυκό
)
μαντολάτο
Δείτε επίσης
επεξεργασία
ιταλικά
mandorlato
Απόγονοι
επεξεργασία
mandolato
(
βενετικά
)
↷
νέα ελληνικά
:
μαντολάτο