Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Αντωνυμία επεξεργασία

leur (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  • κτητική αντωνυμία, χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν πολλά υποκείμενα και ένα αντικείμενο: τους