Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
immensely
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
immensely
<
immense
+
-ly
Επίρρημα
επεξεργασία
immensely
(en)
απέραντα
⮡
I am
immensely
happy.
Είμαι
απέραντα
ευτυχισμένος.
Πηγές
επεξεργασία
immensely
-
Oxford Learner's Dictionaries