Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Έκφραση επεξεργασία

have an edge on someone (en)

  • έχω το πάνω χέρι σε αντιπαράθεση
  • έχω ατού έναντι του αντιπάλου
  • βρίσκομαι σε καλύτερη θέση
  • έχω το προβάδισμα