Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

geoglyph (en)

  • γεώγλυφο, γεωγλυφικό, ζωγραφική μεγάλης κλίμακας σε τοπίο συνήθως με το άνοιγμα μονοπατιών