Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Έκφραση επεξεργασία

from the horse's mouth (en)

  1. έχοντας γνώση
  2. έχοντας αξιοπιστία
  3. όντας αυθεντία

Δείτε επίσης επεξεργασία