Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

euphoniquement < euphonique + -ment

  Επίρρημα επεξεργασία

euphoniquement (fr)

  • για ευφωνία, με σκοπό την έκφραση ευφωνίας