electromechanical
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- electromechanical < electro- + mechanical
Επίθετο
επεξεργασίαelectromechanical (en)
- (για συσκευή) ηλεκτρομηχανικός
Δείτε επίσης
επεξεργασία- electromechanical στην αγγλική Βικιπαίδεια